πίπισμα

πίπισμα
το, -ατος
η φωνή πι πι των μικρών πουλιών.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • πίπισμα — το, Ν [πιπίζω (Ι)] η φωνή τών νεοσσών …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”